Η Ημέρα Μνήμης για τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου

Η Ημέρα Μνήμης για τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου

Παρασκευή 11 Σεπτεμβρίου 2015

Η Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου στηρίζει Αλέξη Τσίπρα: Χρειάζεται δεύτερη ευκαιρία...

Μπορεί το ειδύλλιο να μην ευοδώθηκε στις περασμένες εκλογές, μπορεί ούτε και τώρα να είναι υποψήφια, ωστόσο η Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου με ανάρτησή της στο facebook δηλώνει παρούσα και...
στηρίζει τον ΣΥΡΙΖΑ.

Η πρώην γραμματέας του ΠΑΣΟΚ και στενή συνεργάτης του Γιώργου Παπανδρέου, πιστεύει σήμερα ότι ο Αλέξης Τσίπρας χρειάζεται μια δεύτερη ευκαιρία.

Δείτε ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από τα όσα γράφει η Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου:

«Εκλογές σημαίνει επιλογή, γι αυτό και πιστεύω ότι ο Αλέξης Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να έχουν μια δεύτερη ευκαιρία. Και αυτό το υποστηρίζω για ιδεολογικούς και πολιτικούς λόγους, μιας και δεν με συγκινούν γενικόλογες επικλήσεις για το νέο και το παλιό. Πιστεύω ότι μας αφορά σε αυτήν τη δύσκολη φάση αν ο κορμός της νέας κυβέρνησης και το στίγμα της είναι προοδευτικό ή συντηρητικό.

Μας αφορά η διάκριση Αριστεράς - Δεξιάς, γιατί συνεχίζουν να υπάρχουν διαχωριστικές γραμμές όσο υπάρχουν αντιθέσεις συμφερόντων και ανισότητες στις κοινωνίες, και μόνον η έκφραση τους δίνει λόγο ύπαρξης στην πολιτική και νόημα στη Δημοκρατία!

Γιατί είναι άλλο πράγμα η προσπάθεια συγκλίσεων και προγραμματικών συνθέσεων, και άλλο η διαχειριστική αντίληψη της αυτοαποκαλούμενης κεντροαριστεράς, που λειτουργεί ως κεντροδεξιό ανάχωμα και αυτοπροσδιορίζεται ως συμπλήρωμα κυβερνητικής εξουσίας. Γιατί η σύγχρονη εκδοχή του «τι Παπάγος τι Πλαστήρας» αν επικρατήσει θα έχει τα ίδια δραματικά αποτελέσματα.

Γιατί ανάμεσα στη μοιρολατρία της υποταγής στη σκληρή πραγματικότητα αφενός, και στη δογματική ασφάλεια της άρνησης της αφετέρου, επιλέγω το δύσκολο δρόμο που έχει επίγνωση της πραγματικότητας, αλλά συνεχίζει να θέλει να την αλλάξει. Γιατί πιστεύω στην Ευρώπη, αλλά ως πεδίο διεκδίκησης, αγώνα και άσκησης πολιτικής και όχι ως νεοφιλελεύθερο αναγκαστικό μονόδρομο. Σε αυτές τις εκλογές θα δώσω μια κριτική ψήφο. Δεν είναι ούτε ανεπιφύλακτη ούτε λευκή επιταγή.

Θα δικαιωθεί αν στο άμεσο μέλλον υπάρξει εξέλιξη για το χρέος,υλοποιηθεί ένα ευρύτερο πρόγραμμα παραγωγικής και κοινωνικής ανασυγκρότησης που να ανοίγει έναν αντι-υφεσιακό αναπτυξιακό δρόμο, μια νέα αντίληψη δημοκρατικής διακυβέρνησης στη χώρα μας, που θα μπορέσει να συμβάλλει σε ένα νέο συσχετισμό προοδευτικών δυνάμεων και πολιτικής αλλαγής στην Ευρώπη.

Ο προοδευτικός και αριστερός κόσμος είναι προβληματισμένος και σε μεγάλο βαθμό επιφυλακτικός, γι αυτό και δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένος. Χρειάζεται ειλικρίνεια, αυτοκριτική, αλλαγή αντίληψης, σεβασμός, και ανάδειξη των πολιτικών και κοινωνικών διακυβευμάτων. Στο κοινό και αγωνιώδες ερώτημα «τι να κάνουμε», παραφράζοντας τον Λένιν, μπορεί η απάντηση να είναι ένα βήμα μπροστά, αρκεί να αποδειχθεί σοβαρό, αποφασιστικό, αποτελεσματικό, ριζοσπαστικό και δίκαιο»...
iefimerida.gr
Τους τελευταίες μήνες ο προβληματισμός ήταν έντονος και τα αισθήματα ανάμεικτα. Επειδή όμως στη ζωή μου πάντα παίρνω καθαρή θέση, θα διατυπώσω την άποψη μου για τις εκλογές και θα την αιτιολογήσω χωρίς υπεκφυγές. Πίστευα και πιστεύω ότι η νεοφιλελεύθερη πολιτική που επικράτησε στην Ευρωζώνη και η πολιτική της ακραίας λιτότητας που επιβλήθηκε στην Ελλάδα τα τελευταία πέντε χρόνια ήταν και αποδείχτηκε αδιέξοδη και μη βιώσιμη. Ταυτόχρονα πίστευα και πιστεύω ότι δεν θα ήταν
βιώσιμη, αλλά θα ήταν πολλαπλά επιζήμια εθνικά, οικονομικά και κοινωνικά, η έξοδος της χώρας μας από το Ευρώ. Από τη μια, πίστεψα στην επαναδιαπραγμάτευση και απογοητεύτηκα από το αποτέλεσμα, ένα βαρύ και δύσκολο μνημόνιο, που παρά τις επιμέρους πτυχές του κινείται στον ίδιο υφεσιακό φαύλο κύκλο. Από την άλλη, έχω πλήρη συναίσθηση της απειλής και του κινδύνου που αντιμετώπισε η χώρα μας και που τελικά οδήγησε σε αυτήν τη δύσκολη συμφωνία. Σε πείσμα των εύκολων και ισοπεδωτικών προσεγγίσεων της περιόδου, θα επιμείνω στην ανάλυση και στην πραγματικότητα, όπως τουλάχιστον την εκλαμβάνω, χωρίς επιλεκτική μνήμη, εξωραϊσμούς και βολική ουδετερότητα. Στο εξάμηνο της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ έγιναν πολλά λάθη στρατηγικής και επιλογών. Ακόμη και το δημοψήφισμα θα ήταν πιο αποτελεσματικό αν γινόταν νωρίτερα χωρίς τον χρηματοδοτικό εκβιασμό που οδήγησε στο κλείσιμο των Τραπεζών. Αναγνωρίζω όμως την πρόθεση της πλειονότητας της κυβέρνησης, την προσπάθεια και τον αγώνα του Αλέξη Τσίπρα. Αναγνωρίζω τις αντικειμενικές δυσκολίες στην Ευρώπη, που βέβαια ήταν γνωστές, και δεν παραγνωρίζω ότι, ενώ ο Α. Τσίπρας είχε φτάσει σε συμφωνία στα τέλη Ιουνίου με χαρακτηριστικά κοινωνικής αναδιανομής, του τράβηξε το χαλί το σκληροπυρηνικό λόμπυ και επιχειρήθηκε επανάληψη του σκηνικού των Καννών του 2011, με την παρότρυνση και των υποστηρικτών της αριστερής παρένθεσης στο εσωτερικό. Εξάλλου, όλα αυτά αποκαλύφθηκαν πριν και μετά το δημοψήφισμα. Είναι επίσης αλήθεια ότι η κορύφωση του ελληνικού δράματος και η ωμή επισημοποίηση της απειλής του Grexit λειτούργησε ως καταλύτης αφύπνισης για τις κυβερνήσεις του Νότου και για ένα μέρος της Ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας. Στην πορεία θα φανεί αν, σε συνδυασμό με τις επικείμενες εκλογές στην Ισπανία και την Πορτογαλία, θα συμβάλλει στην αλλαγή συσχετισμών στην Ευρώπη. Σε σχέση με την εύκολη κριτική που γίνεται από τα κεντροδεξιά και τον λεγόμενο μεσαίο χώρο, αυτές οι εξελίξεις δεν αλλάζουν την αποτυχία και το αδιέξοδο που οδήγησαν τα προγράμματα που εφαρμόστηκαν τα προηγούμενα χρόνια, ούτε αποτελούν εκ των υστέρων δικαίωση και δικαιολογία τους, επειδή δεν μπόρεσε η επαναδιαπραγμάτευση να αναιρέσει τα τετελεσμένα και τις συνέπειες τους. Περισσεύει η υποκρισία, ιδιαίτερα των δυνάμεων της πρώην συγκυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ. Τρία χρόνια, παρότι επέβαλαν με τεράστιο κόστος υπέρογκα πρωτογενή πλεονάσματα, απέφυγαν κάθε συζήτηση για το χρέος. Ασκούν κριτική που δεν αποκαταστάθηκαν τα εργασιακά δικαιώματα και οι συλλογικές συμβάσεις που κατήργησαν με το β΄μνημόνιο. Προσπαθούν να αποκρύψουν ότι από αδυναμία και σκοπιμότητα στην επιδίωξη της αριστερής παρένθεσης επί έξη μήνες όχι μόνο δεν διαπραγματεύτηκαν, ενώ τουλάχιστον η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ με τα όποια λάθη το πάλεψε, αλλά και συνειδητά επιτάχυναν τις εκλογές και επέλεξαν να αφήσουν ακάλυπτη χρηματοδοτικά τη χώρα, ώστε να λειτουργήσει ως θηλιά στη νέα κυβέρνηση. Όσον αφορά στην εξ αριστερών κριτική, το plan B είναι φανερό ότι δεν υπήρξε γιατί δεν ήταν εφικτό. Δεν δαιμονοποιώ τους υποστηρικτές της δραχμής, παρότι διαφωνώ μαζί τους. Η αλήθεια είναι ότι και αν υπήρχε σχέδιο μετάβασης οι συνέπειες του θα ήταν καταστροφικές. Δηλαδή περαιτέρω και βίαιη φτωχοποίηση του λαού και ξεπούλημα της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας σε διεθνείς κερδοσκόπους και στο εγχώριο μαύρο κεφάλαιο. Θεμιτό να υποστηρίζει κάποιος τη δραχμή, εφόσον όμως πει την όλη αλήθεια. Αν η μετάβαση γίνει εκτός Ευρωζώνης, αλλά με παραμονή στην Ευρωπαϊκή Ένωση τότε θα ισχύσει το σχέδιο Σόϊμπλε, δηλαδή λιτότητα και ανταγωνιστικότητα της εξαθλίωσης υπό σκληρή επιτροπεία. Γιατί σε αυτήν την περίπτωση ούτε απαλλαγή από τις δανειακές υποχρεώσεις θα υπάρξει, που θα παραμένουν σε Ευρώ, ούτε εθνικοποίηση τραπεζών, που θα υπαχθούν μαζί με τις εγγυήσεις για εκκαθάριση στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ούτε εθνικοποίηση του παραγωγικού πλούτου, καθώς θα συνεχίσουν να ισχύουν οι κανόνες ανταγωνισμού της εσωτερικής Ευρωπαϊκής Αγοράς. Μόνον εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως με ειλικρίνεια υποστηρίζει το ΚΚΕ, μπορεί να υλοποιηθεί ένα τέτοιο πρόγραμμα, χωρίς βέβαια τις Κοινοτικές χρηματοδοτήσεις για τη γεωργία και τη συνοχή, με κινδύνους γεωπολιτικούς για μια χώρα με ανοιχτά εθνικά θέματα σε μια εκρηκτική περίοδο ανακατατάξεων, και με συνέπεια την πολλαπλή απομόνωση. Το ερώτημα βέβαια που τίθεται είναι γιατί, ενώ η ΕΣΣΔ δεν μπόρεσε να προσαρμοστεί και να επιβιώσει στην παγκοσμιοποίηση της οικονομίας και της παραγωγής, καθώς και στις νέες τεχνολογίες με το μέγεθος, τους πόρους και την ισχύ της, και όταν ακόμη και η Γερμανία δεν μπορεί να σταθεί μόνη της, πως θα τα κατάφερνε η αποσαθρωμένη παραγωγικά Ελλάδα; Ο Μάρξ έλεγε ότι σε κάθε εποχή απελευθερώνει η συνειδητοποίηση της αναγκαιότητας. Εκλογές σημαίνει επιλογή, γι αυτό και πιστεύω ότι ο Αλέξης Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να έχουν μια δεύτερη ευκαιρία. Και αυτό το υποστηρίζω για ιδεολογικούς και πολιτικούς λόγους, μιας και δεν με συγκινούν γενικόλογες επικλήσεις για το νέο και το παλιό. Πιστεύω ότι μας αφορά σε αυτήν τη δύσκολη φάση αν ο κορμός της νέας κυβέρνησης και το στίγμα της είναι προοδευτικό ή συντηρητικό. Μας αφορά η διάκριση Αριστεράς - Δεξιάς, γιατί συνεχίζουν να υπάρχουν διαχωριστικές γραμμές όσο υπάρχουν αντιθέσεις συμφερόντων και ανισότητες στις κοινωνίες, και μόνον η έκφραση τους δίνει λόγο ύπαρξης στην πολιτική και νόημα στη Δημοκρατία! Γιατί είναι άλλο πράγμα η προσπάθεια συγκλίσεων και προγραμματικών συνθέσεων, και άλλο η διαχειριστική αντίληψη της αυτοαποκαλούμενης κεντροαριστεράς, που λειτουργεί ως κεντροδεξιό ανάχωμα και αυτοπροσδιορίζεται ως συμπλήρωμα κυβερνητικής εξουσίας. Γιατί η σύγχρονη εκδοχή του «τι Παπάγος τι Πλαστήρας» αν επικρατήσει θα έχει τα ίδια δραματικά αποτελέσματα. Γιατί ανάμεσα στη μοιρολατρία της υποταγής στη σκληρή πραγματικότητα αφενός, και στη δογματική ασφάλεια της άρνησης της αφετέρου, επιλέγω το δύσκολο δρόμο που έχει επίγνωση της πραγματικότητας, αλλά συνεχίζει να θέλει να την αλλάξει. Γιατί πιστεύω στην Ευρώπη, αλλά ως πεδίο διεκδίκησης, αγώνα και άσκησης πολιτικής και όχι ως νεοφιλελεύθερο αναγκαστικό μονόδρομο. Σε αυτές τις εκλογές θα δώσω μια κριτική ψήφο. Δεν είναι ούτε ανεπιφύλακτη ούτε λευκή επιταγή. Θα δικαιωθεί αν στο άμεσο μέλλον υπάρξει εξέλιξη για το χρέος,υλοποιηθεί ένα ευρύτερο πρόγραμμα παραγωγικής και κοινωνικής ανασυγκρότησης που να ανοίγει έναν αντι-υφεσιακό αναπτυξιακό δρόμο, μια νέα αντίληψη δημοκρατικής διακυβέρνησης στη χώρα μας, που θα μπορέσει να συμβάλλει σε ένα νέο συσχετισμό προοδευτικών δυνάμεων και πολιτικής αλλαγής στην Ευρώπη. Ο προοδευτικός και αριστερός κόσμος είναι προβληματισμένος και σε μεγάλο βαθμό επιφυλακτικός, γι αυτό και δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένος. Χρειάζεται ειλικρίνεια, αυτοκριτική, αλλαγή αντίληψης, σεβασμός, και ανάδειξη των πολιτικών και κοινωνικών διακυβευμάτων. Στο κοινό και αγωνιώδες ερώτημα «τι να κάνουμε», παραφράζοντας τον Λένιν, μπορεί η απάντηση να είναι ένα βήμα μπροστά, αρκεί να αποδειχθεί σοβαρό, αποφασιστικό, αποτελεσματικό, ριζοσπαστικό και δίκαιο.